Ο ιδρυτής
Γεννήθηκα στην Ερμούπολη και μεγάλωσα σε μια από τις ομορφότερες γειτονιές, στη συνοικία Βαπόρια, μια συνοικία γεμάτη από νεοκλασικά κτίρια όπου δεσπόζει η διαχρονική αρχοντιά των εφοπλιστών και της αστικής τάξης της Ερμούπολης.
Οι πρόσφυγες της ελληνικής επανάστασης συνήθιζαν να δίνουν στις νέες συνοικίες που δημιούργησαν ονόματα απ’ τις χαμένες πατρίδες τους, όπως είναι το Βροντάδο ή τα Ψαριανά. Η συνοικία Βαπόρια κατοικήθηκε, τελευταία από πρόσφυγες της Κάσου, απ’ όπου είναι και η δική μου καταγωγή από την πλευρά της μητέρας μου. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο που μεγάλωσα στην οδό Κάσου, κάτι που συνειδητοποίησα μεγαλώνοντας.
O μεγαλύτερος πλούτος για μένα ήταν οι μοναδικές εικόνες και στιγμές της παιδικής μου ηλικίας παίζοντας μπροστά από το δημαρχιακό μέγαρο, ακούγοντας τις υπέροχες μελωδίες όταν περνούσα έξω από το θέατρο Απόλλων, κοιτώντας μέσα από τις κουρτίνες τις υπέροχες οροφογραφίες και εξερευνώντας κρυφά τα ερειπωμένα κτίρια της γειτονιάς ανακαλύπτοντας παλιά αντικείμενα και κρυμμένους «θησαυρούς».
Φυσικά υπήρχε και η μεγάλη μου αγάπη για τη θάλασσα. Οι ατέλειωτες βουτιές για την εξερεύνηση του βυθού αλλά και η ενασχόληση με ό,τι έχει σχέση με αυτή. Τα παλιά αριστοτεχνικά σχεδιασμένα καΐκια, που κρύβουν την αγάπη και το μεράκι των τεχνιτών, οι πρωινές φωνές των ψαράδων είναι μερικές από τις πιο έντονες εικόνες και αναμνήσεις εκείνης της εποχής.
Κάπως έτσι μεγάλωσα και τελειώνοντας το σχολείο έφυγα για το στρατό και τις σπουδές. Πάντοτε όμως γύριζα πίσω στην αγαπημένη μου Σύρο, παρόλες τις προκλήσεις και τις προσκλήσεις που δεχόμουν κατά καιρούς για να φύγω στο εξωτερικό ή την Αθήνα.
Με τις επιχειρήσεις ασχολήθηκα από πολύ μικρός, Ήμουν επισης σε πολύ νεαρή ηλικία όταν ανακάλυψα το πραγματικό μου πάθος, που ρίζωσε βαθιά μέσα μου, την αγάπη για την ομορφιά του παρελθόντος, μιας ένδοξης εποχής που τα σημάδια της ήταν ορατά σε κάθε γωνιά του νησιού.
Ήμουν λοιπόν γύρω στα 25 και σε μία από τις αγαπημένες μου βόλτες στη βίλα του Κόμητου, σταμάτησα και χωρίς να το καταλάβω προσπάθησα με τη φαντασία μου να δώσω ξανά ζωή στην εικόνα που είχα μπροστά μου. Οι περιγραφές που είχα ακούσει για το σπίτι και την οικογένεια Διακάκη που ζούσε εκεί με τα επτά παιδιά της ζωντάνεψαν ξανά μπρος στα μάτια μου. Καθώς λοιπόν στεκόμουν μπροστά στο κτήριο, φαντάστηκα ξαφνικά την άμαξα να κατεβαίνει τον χωμάτινο δρόμο, τα παιδιά να παίζουν στον απέραντο κήπο με τις λεμονιές και τη μαγείρισσα να βγαίνει από την κουζίνα φωνάζοντάς τους ότι ο πατέρας έφτασε και πως είναι ώρα για φαγητό.
Μια έντονη επιθυμία με κυρίευσε. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να ζήσω εκείνη την εποχή! Τότε σκέφτηκα πως αφού δεν έχω αυτή τη δυνατότητα, θα προσπαθήσω να κρατήσω το παρελθόν ζωντανό βάζοντας στην καθημερινότητά μου στοιχεία από την εποχή εκείνη .
Και κάπως έτσι ξεκίνησα να συλλέγω παλιά αντικείμενα. Μια ραπτομηχανή, αν θυμάμαι καλά, ήταν το πρώτο αντικείμενο από το παλαιοπωλείο του Ραφαήλου, του φιλόσοφου που το ησυχαστήριό του έγινε για μένα ο χώρος με τα αγαπημένα μου πράγματα.
Έπειτα προχώρησα λίγο παραπέρα και βρέθηκα με ένα παλιό μοτοποδήλατο του 1974 να μετακινούμαι για τις δουλειές μου στην Ερμούπολη, με ένα παλιό αμάξι του 1968 να κάνω τις βόλτες μου τα Σαββατοκύριακα, με μια παλιά βάρκα του 1963 να κάνω ιστιοπλοΐα και με πολλά παλιά αντικείμενα να διακοσμούν το σπίτι και την καθημερινότητα μου.
Η συλλογή παλιών αντικειμένων μου κόλλησε σαν μικρόβιο και γυρνούσα παντού ψάχνοντας κάτι παλιό να ανακαλύψω, οπότε έβαλα έναν στόχο: να συγκεντρώσω όσα περισσότερα αντικείμενα μπορώ που να έχουν φτιαχτεί από ή που να ανήκαν σε συριανούς, με απώτερο σκοπό κάποια στιγμή να γίνει μια έκθεση με όλα αυτά και να αναδειχθεί η παλιά αίγλη και ιστορία της Σύρου, να βγουν ξανά στην επιφάνεια επαγγέλματα που χάθηκαν και να γίνει γνωστή η βιομηχανική ιστορία του νησιού, που κάποτε αριθμούσε 68 εργοστάσια.
Δημήτρης Σταυρακόπουλος